Copyright © - Kastanaras A. Dimitris
Η αναπαραγωγή, δημοσίευση, τροποποίηση, μετάδοση ή εκμετάλλευση των φωτογραφιών που περιλαμβάνονται στο παρόν για οποιαδήποτε χρήση, προσωπική ή εμπορική, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια μου απαγορεύεται αυστηρά βάση του νόμου 2121/93.

Παρακαλώ μην χρησιμοποιείτε τις φωτογραφίες μου χωρίς άδεια.


Copyright © – Kastanaras A. Dimitris

The reproduction, publication, modification, transmission or exploitation of any work contained herein for any use, personal or commercial, without my prior written permission is strictly prohibited. All rights reserved. Law 2121/93.

Please do not use my photos without permission







Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2025

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΣΕ ΜΙΑ ΗΣΥΧΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΤΗΣ ΛΑΡΙΣΑΣ


ARTISTIC STIRRINGS IN A QUIET NEIGHBORHOOD OF LARISSA









Είναι πολλές οι φορές που περιπλανιέμαι στους δρόμους των απομακρυσμένων γειτονιών της Λάρισας από το κέντρο. Η ησυχία των γειτονιών αυτών σου φέρνει μια ηρεμία και μια νοσταλγία . 
Μια νοσταλγία του τότε που δεν υπήρχαν τα τεράστια κτήρια, που υπήρχαν αυλές και άκουγες από τα σπίτια χαρούμενες φωνές και μουσική, ιδιαιτέρα τις Κυριακές, και τέτοια εποχή μοσχοβολούσε ο τόπος όλος από τα ανθισμένα φυτά.

There are many times when I wander through the streets of Larissa’s neighborhoods that lie farther away from the city center. The quietness of these areas brings a sense of calm and nostalgia. 
A nostalgia for the time before massive buildings existed, when there were courtyards, when you could hear cheerful voices and music coming from the houses, especially on Sundays, and when, at this time of year, the entire area was fragrant with blooming plants.  






Στην σημερινή μου περιπλάνηση βρέθηκα στην οδό Μπασδέκη. Μια πολύ ήσυχη γειτονιά που όμως οι παλιές μονοκατοικίες με τις αυλές δίνουν τον αγώνα με τις πολυκατοικίες και φαίνεται να είναι άνισος.

On today’s walk, I found myself on Basdeki Street. It is a very quiet neighborhood where the old single-story houses with their courtyards are struggling to hold their ground against apartment buildings—and the struggle seems unequal.  






Ανάμεσα στις πολυκατοικίες βρέθηκα μπροστά σε ένα σπίτι με μία υπέροχη πραγματικά αυλή. Μια πολύ ξεχωριστή αυλή που ο σπιτονοικοκύρης με μεράκι και καλλιτεχνικό ίστρο την είχε στολίσει με έργα από πέτρες της θάλασσας και κοχύλια.

Among the apartment blocks, I came across a house with a truly wonderful courtyard. A very special courtyard, which the homeowner, with passion and artistic inspiration, had decorated with creations made from sea stones and shells.






Κείμενο - Φωτογραφία : Δημήτρης Καστανάρας   
Text – Photograph: Dimitris Kastanaras




























Η σχέση του Έλληνα με το καπέλο

The Greek’s Relationship with the Hat







Η σχέση του Έλληνα με το καπέλο έχει περάσει από διάφορες φάσεις στην ιστορία και κουλτούρα του, αλλά δεν μπορεί να πει κανείς ότι είναι βαθιά ριζωμένο στην ελληνική κουλτούρα με τον ίδιο τρόπο που είναι σε κάποιες άλλες κουλτούρες (π.χ. η αγγλική ή η λατινοαμερικάνικη) αν και είναι κάτι πολύ κομψό και χρήσιμο.

The Greek’s relationship with the hat has gone through various phases throughout history and culture, but one cannot say that it is deeply rooted in Greek culture in the same way it is in some other cultures (such as the English or Latin American ones), even though it is an elegant and useful accessory.  








Παραδοσιακά, στον αγροτικό κόσμο οι άντρες φοράν συχνά καπέλα για πρακτικούς λόγους (προστασία από τον ήλιο).
Στη λαϊκή και αστική τάξη του 19ου και αρχών 20ού αιώνα, το καπέλο όπως η ρεπούμπλικα, η τραγιάσκα ή ο μπερές ήταν ένδειξη κοινωνικής θέσης, στιλ, ή και πολιτικής ταυτότητας.
Σήμερα το καπέλο δεν είναι καθημερινό αξεσουάρ για τον μέσο Έλληνα, εκτός από περιπτώσεις έντονης ηλιοφάνειας που και πάλι οι περισσότεροι δεν φοράνε.

 Traditionally, in rural society, men often wore hats for practical reasons, mainly for protection from the sun.
In the working class and urban society of the 19th and early 20th centuries, hats such as the fedora, the flat cap, or the beret were indicators of social status, style, or even political identity.
Today, the hat is not an everyday accessory for the average Greek, except in cases of intense sunshine and even then, most people still do not wear one.








Ως λαός έχουμε ταυτίσει το καπέλο με την αμφίεση. Το αντιμετωπίζουμε ως κομμάτι κάποιας στολής. Το έχουμε συνδέσει με την υπερβολή παρόλο που για το πρώτο μισό του 20ου αιώνα αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της δημόσιας ενδυμασίας γυναικών και ανδρών στον δυτικό κόσμο και που στην Ελλάδα επιβιώνει ακόμη στο καθημερινό μας λεξιλόγιο μέσα από κληροδοτήματα της ποπ κουλτούρας, όπως η φράση "Παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω”.

As a people, we have associated the hat with formal attire. We tend to see it as part of a costume and have linked it with exaggeration, despite the fact that during the first half of the 20th century it was an integral part of public dress for both women and men throughout the Western world. In Greece, it still survives in our everyday language through remnants of pop culture, such as the phrase “I take my little hat and leave.”  








Η προέλευση της λέξης καπέλο είναι ιταλική – «cappello»-, από το λατινικό «cappa» που σημαίνει κάλυμμα κεφαλής.
Ο πρώτος «καπελάς» (πιλοποιός) υπήρξε γύρω στο 1529 στο Μιλάνο της Ιταλίας.
Ιδιαίτερο ρόλο στην ιστορία των καπέλων διαδραμάτισαν και τα βασιλικά δικαστήρια της Γαλλίας τον 16ο και 17ο αιώνα: Από μόδα που υιοθετήθηκε αρχικά από το δικαστήριο του «Louis XIV», έγινε μόδα η οποία σταδιακά εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη.

The origin of the word kapélo (hat) is Italian ''cappello'' derived from the Latin ''cappa'', meaning head covering.
The first “hat maker” (milliner) appeared around 1529 in Milan, Italy.
The royal courts of France in the 16th and 17th centuries also played a significant role in the history of hats: from a fashion initially adopted by the court of Louis XIV, it gradually spread throughout Europe.  






Στη Βρετανία τα καπέλα δεν αποτελούν απλώς μια πινελιά αισθητικής αλλά μια βαθιά παράδοση και ένα βρετανικό πολιτισμικό φαινόμενο.
Σύμφωνα με την Encyclopedia Britannica, αυτής της μορφής το καπέλο φοριούνταν ήδη από τον 19ο αιώνα για να «προσθέσει μια δόση μυστηρίου στην πληθωρική Βικτωριανή μόδα».

In Britain, hats are not merely an aesthetic touch but a deep rooted tradition and a distinct cultural phenomenon. According to the Encyclopedia Britannica, this type of hat was already being worn in the 19th century to “add a touch of mystery to the opulent Victorian fashion.” 






Σταδιακά η χρήση του καπέλου σε Ευρώπη και Αμερική άρχισε να γίνεται πιο ευρεία, και τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους στις μεγάλες πασαρέλες, κυρίως χάρη στους διάσημους πιλοποιούς Stephen Jones και Philip Treacy, που σχεδίαζαν καπέλα για τη Βρετανική βασιλική οικογένεια. Πέραν των βασιλικών γάμων τα καπέλα αυτά φοριούνται σε ιπποδρομίες όπως το «Royal Ascot» και το «Kentucky Derby».

 Gradually, the use of hats in Europe and America became more widespread, particularly during the 1970s and 1980s. They began to appear on major fashion runways, mainly thanks to renowned milliners Stephen Jones and Philip Treacy, who designed hats for the British royal family. Beyond royal weddings, these hats are worn at horse racing events such as ''Royal Ascot'' and the ''Kentucky Derby''.






Το πλέον γνωστό και εξειδικευμένο κατάστημα στο καπέλο,( με μακρά ιστορία στην κατασκευή και στην εμπορία των καπέλων) στη Λάρισα είναι το «καπέλα Νέγρης» του Άγγελου Μαυρογιάννη που από το 1929 εξυπηρετεί τους Λαρισαίους και όχι μόνο, κατασκευάζοντας και προτείνοντας καπέλα για κάθε χρήση, απαίτηση και γούστο.
Μέχρι και τη δεκαετία του 1970, η επιχείρηση διατηρούσε και βιοτεχνία παραγωγής καπέλων, όμως από τη δεκαετία του ’80 και μετά οι ελληνικές βιοτεχνίες παραγωγής καπέλων που έχουν παραμείνει σε λειτουργία είναι ελάχιστες και υπολειτουργούν κατασκευάζοντας κυρίως καπέλα για εξειδικευμένες χρήσεις (ναυτικά, πηλήκια, κτλ.).

The most well known and specialized hat shop in Larissa  with a long history in hat making and retail  is “Negris Hats,” run by Angelos Mavrogiannis. Since 1929, it has been serving the people of Larissa and beyond, crafting and offering hats for every use, requirement, and taste.
Until the 1970s, the business also maintained a small manufacturing workshop, but from the 1980s onward, the number of Greek hat making workshops still in operation has become very limited. Those that remain operate on a reduced scale, producing mainly hats for specialized uses (naval caps, peaked caps, etc.).






Ρεπορτάζ – φωτογραφίες : Δημήτρης Καστανάρας
Report – Photographs: Dimitris Kastanaras































Λάρισα - Πλατεία Τάκη Μπουκουβάλα

Larissa – Takis Boukouvalas Square







Απ όλους τους κατοίκους της περιοχής στην ερώτηση πως ονομάζεται η πλατεία που βρίσκεται απέναντι από τον ΟΣΕ στην Ηρ. Πολυτεχνείου , θα πάρεις και διαφορετική απάντηση.
Άλλοι την λένε πλατεία σταθμού, άλλοι πλατεία ΟΣΕ, άλλοι πλατεία τρένων. Κι όμως αυτή η πλατεία που είναι γεμάτη από πλατάνια και ιτιές έχει άλλο όνομα.

If you ask the local residents what the square opposite the OSE (Hellenic Railways Organization) on Iroon Polytechniou Street is called, you will get a different answer each time.
Some call it Station Square, others OSE Square, and others Train Square. Yet this square, full of plane trees and willows, has a different official name.










Ονομάζεται πλατεία Δημήτρη Τάσου (Μπουκουβάλα) προς τιμή του καπετάνιου της ταξιαρχίας ιππικού του Ε.Λ.Α.Σ. , ο οποίος και απελευθέρωσε την πόλη από τους Γερμανούς στις 29 Οκτωβρίου 1944.
Μια ήσυχη πλατεία όπου μπορείς να πάρεις δροσιά αυτές τις πολύ ζεστές ημέρες του καλοκαιριού . Σε τοίχο πολυκατοικίας υπάρχει και ένα γκράφιτι με τίτλο " η Λαρισαία " το οποίο σχεδιάστηκε και δημιουργήθηκε από τον Κωστή Τσιάχα και την επιμέλεια είχε η Βαλεντίνη Μαργαριτοπούλου, υπό την αιγίδα της αντιδημαρχίας πολιτισμού το 2023.

It is called Dimitris Tasos (Boukouvalas) Square, in honor of the captain of the ELAS Cavalry Brigade, who liberated the city from the Germans on October 29, 1944.
It is a quiet square where one can find relief from the intense summer heat. On the wall of an apartment building there is also a graffiti artwork entitled “The Larissa Woman”, designed and created by Kostis Tsiachas, curated by Valentini Margaritopoulou, under the auspices of the Deputy Mayorship of Culture in 2023. 














Ο Μίμης Μπουκουβάλας εντάχθηκε από πολύ νωρίς στις αριστερές ιδέες και στο κομμουνιστικό κίνημα, πολέμησε στον ελληνοϊταλικό πόλεμο και το φθινόπωρο του 1942 ανέβηκε ως αντάρτης στον Όλυμπο.
Το 1943 άρχισε να συγκροτεί τις πρώτες έφιππες ομάδες οι οποίες εξελίχθηκαν σε σύνταγμα και αργότερα, με τη συνθηκολόγηση των Ιταλών, σε Ταξιαρχία Ιππικού, η οποία έδρασε σε όλες τις περιοχές του Θεσσαλικού κάμπου.
Η μάχη της Πόρτας, η πρώτη εκ παρατάξεως μάχη που έδωσε ο ΕΛΑΣ, στην οποία 300 ΕΛΑΣίτες επί 3 ημέρες εμπόδισαν 3.000 Ιταλούς να παραβιάσουν την είσοδο προς την ελεύθερη Ελλάδα, τον ανέδειξε σε σημαντική μορφή του αντιστασιακού κινήματος, ενώ το όνομά του συνδέθηκε με τον αφοπλισμό των 1.200 ιππέων του συντάγματος της Αόστης από 60 έφιππους ΕΛΑΣίτες και με τη μάχη της σοδειάς, το καλοκαίρι του 1944, κατά τη διάρκεια της οποίας διέτρεχε τη Θεσσαλία, αποκρούοντας τις γερμανικές επιθέσεις.

Mimis Boukouvalas became involved in left-wing ideas and the communist movement from a very early age. He fought in the Greco-Italian War, and in the autumn of 1942 he went up to Mount Olympus as a partisan.
In 1943, he began forming the first mounted groups, which evolved into a regiment and later, after the capitulation of the Italians, into a Cavalry Brigade that operated throughout the Thessalian plain.

The Battle of Porta, the first pitched battle fought by ELAS, during which 300 ELAS fighters for three days prevented 3,000 Italian soldiers from breaking through the entrance to Free Greece, established him as a significant figure of the resistance movement. His name was also linked to the disarmament of 1,200 cavalrymen of the Aosta Regiment by just 60 mounted ELAS fighters, as well as to the “Battle of the Harvest” in the summer of 1944, during which he traveled across Thessaly repelling German attacks.  




Ευτύχησε να απελευθερώσει την πόλη του, τη Λάρισα, τον Οκτώβριο του 1944 και να γίνει δεκτός με μεγάλη αγάπη από το λαό της πόλης.
Ήταν αγαπητός και θρύλος στην περιοχή της Θεσσαλίας, αλλά και πανελλαδικά.
Ήταν άνθρωπος που νοιαζόταν για όλους τους συντρόφους του και σε όλες του τις αναφορές για την αντιστασιακή του δράση, δεν χρησιμοποίησε ούτε μία φορά το “εγώ” αντιθέτως έλεγε πάντοτε “εμείς”.

Το ελληνικό κράτος επιβράβευσε τη δράση του αυτή, καθώς τον Μάρτη του 1945 τον συνέλαβε.
Από τότε υπέστη πολλές διώξεις, φυλακίσεις, εξορίες και βασανισμούς.
Ο ίδιος μέτρησε 28 χρόνια εξορίας και φυλακής.
Μετά το 1968 και ως το θάνατό του ακολούθησε το ΚΚΕ εσωτερικού και το ρεύμα του ευρωκομμουνισμού.

Έφυγε το 2012 σε ηλικία 93 ετών, ήσυχα από τη ζωή στο σπίτι του στη Λάρισα. Επρόκειτο για τον τελευταίο εν ζωή καπετάνιο μεγάλης μονάδας του ΕΛΑΣ, της Ταξιαρχίας Ιππικού η οποία έδρασε στη Θεσσαλία και αποτέλεσε θρύλο.

He had the good fortune to liberate his own city, Larissa, in October 1944, and was received with great affection by its people.
He was beloved and became a legend both in Thessaly and nationwide. He was a man who cared deeply for all his comrades, and in all his accounts of his resistance activity he never once used the word “I,” always saying “we” instead.  

The Greek state rewarded this action by arresting him in March 1945.
From then on, he endured numerous persecutions, imprisonments, exiles, and acts of torture. 
He himself counted 28 years of exile and imprisonment.
After 1968 and until his death, he followed the Communist Party of Greece (Interior) and the current of Eurocommunism.

He passed away peacefully in 2012 at the age of 93, at his home in Larissa. He was the last surviving captain of a major ELAS unit, the Cavalry Brigade which operated in Thessaly and became legendary.


Ρεπορτάζ - Φωτογραφία: Δημήτρης Καστανάρας

Report – Photograph: Dimitris Kastanaras














Κονάκι Παπαγεωργίου – αγρόκτημα Μπάκραινας

Papageorgiou Manor – Bakraina Estate








Κάπου εκεί, στη δεκαετία του 1880, όταν η Θεσσαλία προσαρτάται στο ελληνικό κράτος, οι τσιφλικάδες αδελφοί Κουλουμόπουλοι αγοράζουν το αγρόκτημα της «Μπάκραινας», 36.000 στρέμματα γης, ως τσιφλίκι από τον προηγούμενο τούρκο ιδιοκτήτη της.

Με αυτόν τον τρόπο άλλωστε άλλαξαν χέρια όλες οι μεγάλες ιδιοκτησίες του κάμπου. Οι τούρκοι τσιφλικάδες εν όψει της νέας πραγματικότητας πουλούσαν τα κτήματά τους σε Έλληνες και έφευγαν άρον-άρον.

Sometime in the 1880s, when Thessaly was incorporated into the Greek state, the Kouloumopoulos brothers, large landowners (tsiflikades), purchased the Bakraina estate, 36,000 stremmas of land, as a tsiflik from its former Turkish owner.

In this way, all the large estates of the Thessalian plain changed hands. In view of the new reality, the Turkish landowners sold their properties to Greeks and left in haste.  










Το 1912 η Μπάκραινα αλλάζει και πάλι χέρια και αποκτάται από τον Στυλιανό Παπαγεωργίου, τον γιο ενός παπά από το Κατηχώρι Πηλίου, το εμπορικό δαιμόνιο του οποίου τον έφερε να ασχολείται με τη σαπωνοποιία και το εμπόριο γεωργικών μηχανημάτων στη Λάρισα. Ο επιχειρηματίας αρχικά ανέλαβε το κτήμα ως είχε, και δεν υπάρχουν ενδείξεις πως άλλαξε το ισχύον μέχρι τότε καθεστώς δουλοπαροικίας κατά τα πρώτα τουλάχιστον χρόνια της ιδιοκτησίας του.
Ωστόσο, τα πράγματα φαίνεται πως άλλαξαν με την ανάληψη των ηνίων από τον γιο του, τον Γεώργιο Παπαγεωργίου.
Ο τελευταίος ήταν σπουδαία επιχειρηματική μορφή, με ιδιαίτερη αντίληψη για την πρόοδο και την οικονομική ευημερία. Μάλιστα, χαρακτηρίζεται ως «μέγας μεταρρυθμιστής» της αγροτικής παραγωγής στη Θεσσαλία.
Λάτρης της εκβιομηχάνισης και της προόδου, ο Γ. Παπαγεωργίου εγκαταλείπει το προβληματικό κολιγικό σύστημα και μετατρέπει την Μπάκραινα σε πρότυπη αγροτική εταιρεία.

In 1912, Bakraina changed hands once again and was acquired by Stylianos Papageorgiou, the son of a priest from Katichori in Pelion. His commercial acumen led him to engage in soap making and in the trade of agricultural machinery in Larissa. The entrepreneur initially took over the estate as it was, and there are no indications that he changed the existing system of serfdom, at least during the first years of his ownership.

However, things seem to have changed when control passed to his son, Georgios Papageorgiou. The latter was a prominent entrepreneurial figure, with a particular vision for progress and economic prosperity. He is, in fact, described as a “great reformer” of agricultural production in Thessaly. 
A devotee of industrialization and progress, G. Papageorgiou abandoned the problematic sharecropping system and transformed Bakraina into a model agricultural company.    










Περιβάλλει το κονάκι του με νοσοκομείο, σχολείο, φούρνους, στάβλους και σύγχρονες αποθήκες, ενώ εισάγει και χρησιμοποιεί μηχανήματα, πρωτόγνωρα για τα ελληνικά δεδομένα, όπως τρακτέρ, αντλίες, θεριζοαλωνιστικές μηχανές κ.ά.
Η πρωτοποριακή μορφή της αγροτικής εκμετάλλευσης της Μπάκραινας, η οικονομική ισχύς της οικογένειας Παπαγεωργίου καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, καθώς και οι σχέσεις του με το Κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθέριου Βενιζέλου, συνέβαλαν στο να μη θιγεί η αγροτική εταιρεία Μπάκραινας κατά τις απαλλοτριώσεις που ακολούθησαν τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Στο αγρόκτημα πραγματοποίησαν την εξάμηνη κρατική τους εξάσκηση όλοι σχεδόν οι μαθητές των Γεωργικών Σχολείων της χώρας.

He surrounded his manor with a hospital, a school, bakeries, stables, and modern warehouses, while also introducing and using machinery unprecedented by Greek standards, such as tractors, pumps, combine harvesters, and more. The pioneering form of agricultural exploitation at Bakraina, the economic strength of the Papageorgiou family throughout the interwar period, as well as his relations with Eleftherios Venizelos Liberal Party, contributed to the Bakraina agricultural company remaining unaffected by the land expropriations that followed the Asia Minor Catastrophe.
At the estate, almost all students of the country’s Agricultural Schools carried out their mandatory six month state training.










Η Μπάκραινα απαλλοτριώθηκε οριστικά το 1953, όντας ένα από τα τελευταία μεγάλα αγροκτήματα που επιβίωσαν έως τότε και οι κληρονόμοι διατήρησαν μόνον 40 στρέμματα.
Το 1999 ως κληρονόμοι αναφέρονται οι: Στυλιανός, Μαρία και Γεώργιος Παπαγεωργίου καθώς και οι: Θέτις, Γεωργία και Κωνσταντίνος Βοϊβόδας.
Την ίδια χρονιά (7 Ιουνίου) το επιβλητικό κονάκι του αγροκτήματος χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο (ΦΕΚ 1269/Β/18-6-1999).

Bakraina was definitively expropriated in 1953, being one of the last large estates to survive until then, and the heirs retained only 40 stremmas. In 1999, the heirs are listed as Stylianos, Maria, and Georgios Papageorgiou, as well as Thetis, Georgia, and Konstantinos Voivodas. In the same year (June 7), the imposing manor of the estate was designated a listed historical monument (Government Gazette 1269/B/18-6-1999).










Χωρίς πλέον καμία χρηστική αξία οι αξιόλογες εγκαταστάσεις του κτήματος βρέθηκαν σε αχρησία και σιγά-σιγά κατέρρευσαν.
Σήμερα το κονάκι Παπαγεωργίου αποτελεί σπίτι των πελαργών, παραμένει εκεί καταμεσής του κάμπου, μάρτυρας μιας αλλοτινής ακμάζουσας εποχής.

Having no longer any practical use, the noteworthy facilities of the estate fell into disuse and gradually collapsed. Today, the Papageorgiou manor has become home to storks, it still stands in the middle of the plain, a witness to a once prosperous era.


Ρεπορτάζ – Φωτογραφία : Δημήτρης Καστανάρας

Report – Photograph: Dimitris Kastanaras